ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΣΑΜΑΡΙΑΣ
07 Ιουνίου, 2017
Το Φαράγγι της Σαμαριάς βρίσκεται σε υψόμετρο 1200μ στα Λευκά Όρη στα Χανιά της Κρήτης και έχει μήκος 18χλμ. Το όνομα του το πήρε από το χωριό της Σαμαριάς το οποίο ανακαταλήφθηκε από τους κατοίκους του το 1962 όταν το φαράγγι χαρακτηρίστηκε ως Εθνικός Δρυμός, και έχει αναγνωρισθεί από την Ευρώπη ως ένα από τα πιο άγρια, παρθένα και μοναδικά φυσικά πάρκα του κόσμου.
Στην αρχαιότητα χρησιμοποιήθηκε από τους Δωριείς σαν ένα μεγάλο θρησκευτικό κέντρο αφού εκεί είχαν χτίσει ναούς και είχαν ιδρύσει το Μαντείο του Απόλλωνα.
Η ευρύτερη περιοχή της Σαμαριάς αποτελεί μια σαφώς οριοθετημένη και χωρικά προσδιορισμένη έκταση. Η έκταση του φαραγγιού είναι περίπου στα 250.000 στρέμματα και το πλάτος του ξεκινάει από 150μ το μέγιστο και καταλήγει σε 3μ το ελάχιστο.
Εντός της περιοχής αυτής συναντά κανείς μια ποικιλομορφία στοιχείων τοπίου με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά οικολογικής και πολιτισμικής αξίας, μερικά από τα οποία είναι Το φαράγγι. Το χωριό στο κέντρο του φαραγγιού, με τις παλιές καλλιέργειες των ανθρώπων. Τα ξωκκλήσια, που πολλές φορές βρίσκονται στον ίδιο τόπο με αρχαία ιερά. Τα κάστρα πάνω από τη Σαμαριά και στην έξοδο του φαραγγιού. Τα ερείπια της αρχαίας πόλης της Τάρρας. Η ιδιαίτερη βιοποικιλότητα του φαραγγιού. Το σύνθετο οικοσύστημα.
O χλωριδικός κατάλογος της περιοχής των Λευκών ορέων όμως, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την περιγραφή ενός νέου είδους, του Anthemis samariensis (Turland 2007). Πρόκειται για ένα πολυετές χασμόφυτο που ανακαλύφθηκε το 2007, σε μια απότομη πλαγιά των Λευκών Ορέων μεταξύ των κορυφών Μελινταού και Αυλιμανάκου.
Στην περιοχή των Λευκών Ορέων συναντώνται αρκετά είδη φυτών μεταξύ των οποίων πεύκα και κυπαρίσσια καθώς και 25 στενότοπα ενδημικά είδη (είδη δηλαδή που μπορούν να βρεθούν μόνο στην συγκεκριμένη περιοχή) και 97 ενδημικά είδη Κρήτης, Περίπου τα μισά δηλαδή από τα ενδημικά της Κρήτης βρίσκονται στην περιοχή των Λευκών Ορέων
Χαρακτηριστικά είδη
Το Bupleurum kakiskalae, πολυετές είδος που έχει βρεθεί στην περιοχή της Κακιάς Σκάλας στην κορυφή Λινοσέλι των Λευκών ορέων, φτάνει μέχρι και τα 12 έτη, ενώ ξηραίνεται αμέσως μετά την ανθοφορία και καρποφορία (μονοκαρπικό είδος).
Η ορχιδέα Cephalanthera cucullata, ένα πολυετές ποώδες φυτό με κοντά έρποντα ριζώματα που εμφανίζεται σε υψόμετρα από 700-1500 μέτρα.
Η Nepeta sphaciotica, πολυετής αρωματικός θάμνος και ενδημικό των Λευκώ Ορέων, που υπάρχει μόνο στην βόρεια πλευρά της κορυφής Σβουριχτή, σε υψόμετρο 2200-2300 μέτρα και πουθενά αλλού στον κόσμο
Στην περιοχή απαντώνται επίσης αρκετά αρωματικά, φαρμακευτικά και βρώσιμα είδη
Η μαλοτήρα (τσάι του βουνού) Sideritis syriaca ssp. syriaca, ενδημικό είδος της Κρήτης που χρησιμοποιείται ως αφέψημα.
Η μαντζουράνα Origanum microphyllum, φρύγανο με χαρακτηριστική μυρωδιά λεβάντας.
Η πετροφιλιά Petromarula pinnata, ένα πού όμορφο ενδημικό φυτό που αναπτύσσεται σε βραχώδη πρανή.
Το δίκταμο ή έρωντας Origanum dictamnus, ενδημικό είδος που από την αρχαιότητα θεωρείται φαρμακευτικό για πλήθος παθήσεων.
Η αγράμπελη των Λευκών Ορέων Clematis elisabethae – carolae που φύεται σε δύο τοποθεσίες μονάχα στη θέση Αμμουτσέρα (1850 m.) και σε ασβεστολιθικά διαβρωμένα πρανή.
Tο υπέρικο Hypericum aciferum, ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, χασμοφυτικός θάμνος που φύεται μονάχα σε παραθαλάσσιες θέσεις των Σφακίων, μεταξύ Σούγιας και Αγίας Ρουμέλης (παραλία της Φουρνωτής).
Η τριχωτή νεραγκούλα Ranunculus radinotrichus, ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, μικρό πολυετές φυτό που φύεται μονάχα στις κορυφές Τροχάρης, Αμμουτσερά, Κακόβολη και Σβουριχτή σε υψόμετρα από 1850-2300 m.
Η Anthemis samariensis, ενδημικό είδος της Κρήτης, που ανακαλύφθηκε πρόσφατα (2007) σε μια απότομη πλαγιά των Λευκών Ορέων μεταξύ των κορυφών Μελινταού και Αυλιμανάκου.
Το «Μη με λησμονεί» των Λευκών Ορέων Myosotis solange, ενδημικό και σπάνιο είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται σε μια μόνο τοποθεσία στην κορυφή Άγιο Πνεύμα .
Το ελίχρυσο Helichrysum heldreichii, ενδημικό είδος των Λευκών ορέων, απειλούμενο και προστατευόμενο από το Π.Δ. 67/1981.
Το είδος Thlaspi zaffranii, ενδημικό είδος της περιοχής, που έχει καταγραφεί σε 3 θέσεις (Γκίγκιλο, Βολακιά και Ανώπολη Σφακίων.
Η κενταύρια Centaurea lancifolia, ενδημικό της Κρήτης, με τους πληθυσμούς του να εντοπίζονται σε 3 θέσεις των Λευκών Ορέων. Πρόκειται για χασμόφυτο που φύεται σε υψόμετρα από 1780-1850 m.
Ο κέντρανθος Centranthus sieberii, σπάνιο ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων που φύεται σε πετρώδεις τοποθεσίες της ορεινής και αλπικής ζώνης.
H κουσκούτα Cuscuta atrans, παρασιτικό είδος που φύεται πάνω σε αγκαθωτούς θάμνους και ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων .
Το κυνόγλωσσο Cynoglossum sphacioticum που φύεται σε πετρώδη εδάφη σε μεγάλα υψόμετρα.
Η Γαλατσίδα ή Ευφορβία του Rechinger Euphorbia rechingeri, νανώδες ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται μόνο σε μεγάλα υψόμετρα και σε πετρώδη εδάφη και σχισμές.
Η ονοβρύχις Onobrychis sphaciotica, ένα σπάνιο και ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται σε βραχώδεις τοποθεσίες.
Το σημαντικότερο, όμως, χαρακτηριστικό του τοπίου της Σαμαριάς είναι η έντονη αλληλεπίδραση ανθρώπου – φύσης. Η σχέση αυτή υφίσταται τόσο στη σημερινή παρουσία του ανθρώπου ως παρατηρητή – περιπατητή όσο και στο ιστορικό αποτύπωμα που έχει αφήσει ο κάτοικος της Σαμαριάς στο χώρο αυτό. Τα παραδοσιακά οικήματα του χωριού, το ελαιοτριβείο, τα αμπέλια, τα διατηρημένα ξωκκλήσια δηλώνουν τη δυναμική σχέση που είχε ο κάτοικος της Σαμαριάς με το χώρο αυτό και με αυτά που του προσέφερε.
Στη σχέση αυτή κρύβεται μια διαπίστωση που ίσως να αποτελεί μια πρώιμη έκφραση της τόσο πολυσυζητημένης έννοιας της αειφορίας: σε αντίθεση με τη σύγχρονη αντίληψη, ο κάτοικος της Σαμαριάς έκτισε τη ζωή του γύρω από τον πυρήνα «φύση» διαμορφώνοντας, οργανώνοντας και ικανοποιώντας τις ανάγκες του με βάση αυτά που προσέφερε ο χώρος. Με γνώμονα το σεβασμό στην προσφορά της φύσης, ο άνθρωπος απέκλειε κάθε μορφή εκμετάλλευσης σε υπερβολικό βαθμό, καθώς είχε συνειδητοποιήσει πρώιμα ότι η διατήρηση της φυσιογνωμίας του χώρου, είτε λειτουργικά είτε οπτικά, είναι το κλειδί για την επιβίωση
Η διάβαση του φαραγγιού διαρκεί από 6 μέχρι και 8 ώρες ανάλογα με τη συχνότητα του βήματος , ξεκινάει από τον Ομαλό σε υψόμετρο 1.200μ και κατά τη διάρκεια της διαδρομής ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να απολαύσει τα πανύψηλα βουνά και δέντρα, καθώς τους βράχους και τις πηγές με το πεντακάθαρο νερό τους, ακόμα μπορεί να παρατηρήσει και τα υπόλοιπα φαράγγια που συνδέονται με τα ο φαράγγι της Σαμαριάς, και το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, και στο τέλος της διαδρομής ο επισκέπτης αντικρίζει το Λιβυκό Πέλαγος και τη Παραλία της Αγίας Ρούμελης.
ΠΗΓΗ http://www.samaria.gr/language/el/
Στην αρχαιότητα χρησιμοποιήθηκε από τους Δωριείς σαν ένα μεγάλο θρησκευτικό κέντρο αφού εκεί είχαν χτίσει ναούς και είχαν ιδρύσει το Μαντείο του Απόλλωνα.
Η ευρύτερη περιοχή της Σαμαριάς αποτελεί μια σαφώς οριοθετημένη και χωρικά προσδιορισμένη έκταση. Η έκταση του φαραγγιού είναι περίπου στα 250.000 στρέμματα και το πλάτος του ξεκινάει από 150μ το μέγιστο και καταλήγει σε 3μ το ελάχιστο.
Εντός της περιοχής αυτής συναντά κανείς μια ποικιλομορφία στοιχείων τοπίου με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά οικολογικής και πολιτισμικής αξίας, μερικά από τα οποία είναι Το φαράγγι. Το χωριό στο κέντρο του φαραγγιού, με τις παλιές καλλιέργειες των ανθρώπων. Τα ξωκκλήσια, που πολλές φορές βρίσκονται στον ίδιο τόπο με αρχαία ιερά. Τα κάστρα πάνω από τη Σαμαριά και στην έξοδο του φαραγγιού. Τα ερείπια της αρχαίας πόλης της Τάρρας. Η ιδιαίτερη βιοποικιλότητα του φαραγγιού. Το σύνθετο οικοσύστημα.
O χλωριδικός κατάλογος της περιοχής των Λευκών ορέων όμως, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την περιγραφή ενός νέου είδους, του Anthemis samariensis (Turland 2007). Πρόκειται για ένα πολυετές χασμόφυτο που ανακαλύφθηκε το 2007, σε μια απότομη πλαγιά των Λευκών Ορέων μεταξύ των κορυφών Μελινταού και Αυλιμανάκου.
Στην περιοχή των Λευκών Ορέων συναντώνται αρκετά είδη φυτών μεταξύ των οποίων πεύκα και κυπαρίσσια καθώς και 25 στενότοπα ενδημικά είδη (είδη δηλαδή που μπορούν να βρεθούν μόνο στην συγκεκριμένη περιοχή) και 97 ενδημικά είδη Κρήτης, Περίπου τα μισά δηλαδή από τα ενδημικά της Κρήτης βρίσκονται στην περιοχή των Λευκών Ορέων
Χαρακτηριστικά είδη
Το Bupleurum kakiskalae, πολυετές είδος που έχει βρεθεί στην περιοχή της Κακιάς Σκάλας στην κορυφή Λινοσέλι των Λευκών ορέων, φτάνει μέχρι και τα 12 έτη, ενώ ξηραίνεται αμέσως μετά την ανθοφορία και καρποφορία (μονοκαρπικό είδος).
Η ορχιδέα Cephalanthera cucullata, ένα πολυετές ποώδες φυτό με κοντά έρποντα ριζώματα που εμφανίζεται σε υψόμετρα από 700-1500 μέτρα.
Η Nepeta sphaciotica, πολυετής αρωματικός θάμνος και ενδημικό των Λευκώ Ορέων, που υπάρχει μόνο στην βόρεια πλευρά της κορυφής Σβουριχτή, σε υψόμετρο 2200-2300 μέτρα και πουθενά αλλού στον κόσμο
Στην περιοχή απαντώνται επίσης αρκετά αρωματικά, φαρμακευτικά και βρώσιμα είδη
Η μαλοτήρα (τσάι του βουνού) Sideritis syriaca ssp. syriaca, ενδημικό είδος της Κρήτης που χρησιμοποιείται ως αφέψημα.
Η μαντζουράνα Origanum microphyllum, φρύγανο με χαρακτηριστική μυρωδιά λεβάντας.
Η πετροφιλιά Petromarula pinnata, ένα πού όμορφο ενδημικό φυτό που αναπτύσσεται σε βραχώδη πρανή.
Το δίκταμο ή έρωντας Origanum dictamnus, ενδημικό είδος που από την αρχαιότητα θεωρείται φαρμακευτικό για πλήθος παθήσεων.
Η αγράμπελη των Λευκών Ορέων Clematis elisabethae – carolae που φύεται σε δύο τοποθεσίες μονάχα στη θέση Αμμουτσέρα (1850 m.) και σε ασβεστολιθικά διαβρωμένα πρανή.
Tο υπέρικο Hypericum aciferum, ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, χασμοφυτικός θάμνος που φύεται μονάχα σε παραθαλάσσιες θέσεις των Σφακίων, μεταξύ Σούγιας και Αγίας Ρουμέλης (παραλία της Φουρνωτής).
Η τριχωτή νεραγκούλα Ranunculus radinotrichus, ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, μικρό πολυετές φυτό που φύεται μονάχα στις κορυφές Τροχάρης, Αμμουτσερά, Κακόβολη και Σβουριχτή σε υψόμετρα από 1850-2300 m.
Η Anthemis samariensis, ενδημικό είδος της Κρήτης, που ανακαλύφθηκε πρόσφατα (2007) σε μια απότομη πλαγιά των Λευκών Ορέων μεταξύ των κορυφών Μελινταού και Αυλιμανάκου.
Το «Μη με λησμονεί» των Λευκών Ορέων Myosotis solange, ενδημικό και σπάνιο είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται σε μια μόνο τοποθεσία στην κορυφή Άγιο Πνεύμα .
Το ελίχρυσο Helichrysum heldreichii, ενδημικό είδος των Λευκών ορέων, απειλούμενο και προστατευόμενο από το Π.Δ. 67/1981.
Το είδος Thlaspi zaffranii, ενδημικό είδος της περιοχής, που έχει καταγραφεί σε 3 θέσεις (Γκίγκιλο, Βολακιά και Ανώπολη Σφακίων.
Η κενταύρια Centaurea lancifolia, ενδημικό της Κρήτης, με τους πληθυσμούς του να εντοπίζονται σε 3 θέσεις των Λευκών Ορέων. Πρόκειται για χασμόφυτο που φύεται σε υψόμετρα από 1780-1850 m.
Ο κέντρανθος Centranthus sieberii, σπάνιο ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων που φύεται σε πετρώδεις τοποθεσίες της ορεινής και αλπικής ζώνης.
H κουσκούτα Cuscuta atrans, παρασιτικό είδος που φύεται πάνω σε αγκαθωτούς θάμνους και ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων .
Το κυνόγλωσσο Cynoglossum sphacioticum που φύεται σε πετρώδη εδάφη σε μεγάλα υψόμετρα.
Η Γαλατσίδα ή Ευφορβία του Rechinger Euphorbia rechingeri, νανώδες ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται μόνο σε μεγάλα υψόμετρα και σε πετρώδη εδάφη και σχισμές.
Η ονοβρύχις Onobrychis sphaciotica, ένα σπάνιο και ενδημικό είδος των Λευκών Ορέων, που φύεται σε βραχώδεις τοποθεσίες.
Το σημαντικότερο, όμως, χαρακτηριστικό του τοπίου της Σαμαριάς είναι η έντονη αλληλεπίδραση ανθρώπου – φύσης. Η σχέση αυτή υφίσταται τόσο στη σημερινή παρουσία του ανθρώπου ως παρατηρητή – περιπατητή όσο και στο ιστορικό αποτύπωμα που έχει αφήσει ο κάτοικος της Σαμαριάς στο χώρο αυτό. Τα παραδοσιακά οικήματα του χωριού, το ελαιοτριβείο, τα αμπέλια, τα διατηρημένα ξωκκλήσια δηλώνουν τη δυναμική σχέση που είχε ο κάτοικος της Σαμαριάς με το χώρο αυτό και με αυτά που του προσέφερε.
Στη σχέση αυτή κρύβεται μια διαπίστωση που ίσως να αποτελεί μια πρώιμη έκφραση της τόσο πολυσυζητημένης έννοιας της αειφορίας: σε αντίθεση με τη σύγχρονη αντίληψη, ο κάτοικος της Σαμαριάς έκτισε τη ζωή του γύρω από τον πυρήνα «φύση» διαμορφώνοντας, οργανώνοντας και ικανοποιώντας τις ανάγκες του με βάση αυτά που προσέφερε ο χώρος. Με γνώμονα το σεβασμό στην προσφορά της φύσης, ο άνθρωπος απέκλειε κάθε μορφή εκμετάλλευσης σε υπερβολικό βαθμό, καθώς είχε συνειδητοποιήσει πρώιμα ότι η διατήρηση της φυσιογνωμίας του χώρου, είτε λειτουργικά είτε οπτικά, είναι το κλειδί για την επιβίωση
Η διάβαση του φαραγγιού διαρκεί από 6 μέχρι και 8 ώρες ανάλογα με τη συχνότητα του βήματος , ξεκινάει από τον Ομαλό σε υψόμετρο 1.200μ και κατά τη διάρκεια της διαδρομής ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να απολαύσει τα πανύψηλα βουνά και δέντρα, καθώς τους βράχους και τις πηγές με το πεντακάθαρο νερό τους, ακόμα μπορεί να παρατηρήσει και τα υπόλοιπα φαράγγια που συνδέονται με τα ο φαράγγι της Σαμαριάς, και το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, και στο τέλος της διαδρομής ο επισκέπτης αντικρίζει το Λιβυκό Πέλαγος και τη Παραλία της Αγίας Ρούμελης.